Showing posts with label violence. Show all posts
Showing posts with label violence. Show all posts

7.9.23

γνώρισμα τῆς λογικῆς συνείδησης εἶναι ἡ δυνατότητα μετανοίας.

ἄρνηση αὐτῆς τῆς δυνατότητας ἀφαιρεῖ τὴν λογικότητα ἀπὸ τὴν συνείδηση· τρέπει τὸν ἄνθρωπο σὲ θηρίο μὲ τεχνολογικὸ ἐξοπλισμό.

 

19.11.21

3/τ

στὸν γιγάντιο ἱππόδρομο οἱ βένετοι σφάζονται μὲ τοὺς ροδινούς, χωρὶς λογικὴ καὶ μέτρο κι αἴσθημα.

οἱ κερκίδες εἶναι ἄδειες· καθὼς οἱ ὀπαδοί τους πηδᾶν στὴν ἀρένα νὰ κοινωνήσουν τῆς ὀργῆς.

μόνον οἱ θέσεις τῶν ἀρχόντων καὶ τῶν αὐλικῶν εἶναι γεμάτες. μάτια ἀχόρταγα γιὰ θάνατο ἀπολαύουν τὴν ἀναίρεση τοῦ πλήθους.

τὸ αὐτοκρατορικὸ κάθισμα ἄδειο κι αὐτό. μόνο μιὰ βαρειὰ δυσωδία μαρτυρεῖ τὸν ἀπόντα κύριό του, ποὔχει κατέβει στὴν ἀρένα νὰ γευτῆ τὴν χαρὰ τοῦ θανάτου καὶ νὰ χορηγηθῆ τοῦ μακελειοῦ. ὁ τραγοβάμων Ἀπολλῶς. ὁ Μέγας Μάκελλος.

18.5.21

2/τ

νόες ξεραμένοι, σκουριασμένες μηχανές ὅπου γυροβολᾶνε σὲ στροβιλισμοὺς ἀλλοπρόσαλλους λόγια ξένα, ἄλογα, στεῖρα, ἄγονα, φαρμακωμένα, σκοτεινά, ποὺ μὲ τὸ σκοτάδι τους κάνουν ψέμα κάθε κύτταρο τῶν σπλάχνων καὶ τῶν κορμιῶν τῶν ξενιστῶν τους

αὐτό ΄ναι τὸ βασίλειο τοῦ τράγου ποὺ βιάζει χωρὶς νὰ γονιμοποιῆ

ἡ πορνεία τῆς θανατολαγνείας

μαινάδες ἀλληλοσπαρασσόμενες καὶ αὐτοσπαρασσόμενες
ντυμένες αἰγίδες καὶ λυκοδορές, τεχνολογίες


17.5.21

1/τ

ἀμολήθηκε ὁ τράγος τῆς Ἀρκαδίας,

αὐτὸς πού 'ταν μαντρωμένος βαθιὰ πολύ,

κι ἀρχίνησε νὰ κουτουλάη κοιλιὲς γεμάτες βδέλυγμα

καὶ καύκαλα πλήρη βλασφημίας,

σπέρνοντας τὴν ἀλλοφροσύνη

καὶ τὴν βακχεία τῆς αὐτοκαταστροφῆς.


ὅττω τις ἔραται

22.8.20

ἐγχειρίδιον πολέμου

ἀποκλειστικὸ νόημα τῆς κοινωνίας εἶναι ἡ ἐλευθερία.

ἡ ὁποία εἶναι [ἡ] φυσικὴ ἐπιθυμία τῆς λογικῆς συνείδησης.


ἡ στέρηση τῆς ἐλευθερίας στραγγαλίζει τὴν κοινωνία ἀλλὰ δὲν τὴν ἀκυρώνει. ἡ ἀντικατάσταση ὅμως τοῦ νοήματος τῆς ἐλευθερίας στὶς συνειδήσεις τῶν μελῶν της ἀπὸ κάποιο ἄλλο νόημα τὴν ἀκυρώνει στὴν ρίζα της, τελεσίδικα.

τὸ κράτος, ὁ κατεξοχὴν ἐχθρὸς τῆς κοινωνίας, στὴν προσπάθειά του νὰ κυριαρχήση ἀπόλυτα πάνω της, ἐπιζητᾶ νὰ ἀντικαταστήση τὸ νόημα της μὲ ἄλλα, ποὺ θὰ δικαιώνουν τὴν παρασιτική του κυριαρχία πάνω της. αὐτὰ τὰ ψευδονοήματα ἔχουν πάντα τὸν μανδύα τοῦ "δημόσιου χαρακτήρα": ἀσφάλεια, δημόσιο συμφέρον, ἀνάπτυξη κ.τ.τ.

κριτήριο ὑπεροχῆς αὐτῶν ἀπέναντι στὴν ἐλευθερία εἶναι πάντα κάποια ἀφηρημένη ἐπιστημονικὴ ἀρχή⸺τὴν ὁποία γνωρίζουν καὶ διαφυλάττουν οἱ εἰδικοί, οἱ ἐπιστήμονες, τὸ ψευδο-ἱερατεῖο δηλαδὴ τῆς γνώσης, καὶ τὴν ὁποία ὁφείλουν νὰ προσκυνοῦν οἱ μάζες, καθὼς διδάχθηκαν στὰ σχολεῖα τοῦ κράτουςποὺ λειτουργεῖ μὲ βάση τοὺς αἰώνιους, ὑπερβατικοὺς νόμους της. 

εἶναι σημαντικό, λοιπόν, οἱ μάζες νὰ ἀποστερηθοῦν τῆς ὅποιας κριτικῆς/πνευματικῆς ἰκανότητας τὶς ἐπιτρέπη νὰ ἀναγνωρίζουν τὸ ψευδὲς αὐτῆς τῆς γνώσης καὶ νὰ ἐπιστρέψουν στὴν ἄσκηση τῆς λογικῆς ἐπιθυμίας τους. κι ἐπειδὴ εἶναι δύσκολο νὰ καταπνιγῆ ἡ λογικὴ ἐπιθυμία, ποὺ φανερώνεται σὲ κάθε νέο ἀνθρώπινο πρόσωπο ἀπ'τὴν αὐγὴ τῆς ὕπαρξής του, ὅλος ὁ ἀγώνας τῶν ἀνδρεικέλων τῆς γνώσης ἐπικεντρώνεται σὲ δύο ριζικοὺς στόχους:

στὴν κυριαρχία πάνω στὴν γλώσσαμὲ σκοπὸ τὴν ἀλλοίωση κάθε λογικοῦ νοήματος ποὺ θὰ ἀμφισβητοῦσε τὴν ἐξουσία τῆς γνώσης

καὶ στὴν ἐξάπλωση τοῦ δογματικοῦ μύθου τῆς βιόσφαιρας σὰν μοναδικῆς πραγματικότητας καὶ μοναδικοῦ ἀντικειμένου τῆς γνώσηςμὲ σκοπὸ ἡ ἄλογη ἐπιθυμία τῆς ἐπιβιώσης νὰ καλύψη κάθε ἄλλη ἐπιθυμία.


16.5.19

ḥăgēl dəmā /1

ἡ ἐξουσία καὶ τὸ ὅπλο της
(ὅπως ὁ προφήτης τῆς Ἐλευσίνας μᾶς διηγεῖται)
κυριεύουν μόνο τὸν μεσάζοντα κι ὄχι τὸ φῶς ποὺ κομίζει·
τὸν σοφὸ κι ὄχι τὴν σοφία ποὺ ἀρθρώνεται στὸν νοῦ ποὺ πυρσεύεται ἀπ' αὐτήν·
τὸν μάρτυρα κι ὄχι τὴν ἀλήθεια ποὺ ὁμολογεῖ.
...
γι' αὐτὸ κι ὁ θόρυβος τῆς [ἐπερχόμενης] βίας δὲν μετρᾶ τὴν ἀλήθεια ποὺ αὐτὴ θέλει νὰ πολεμήση, ἀλλὰ τὸν φόβο τοῦ κράτους μπροστὰ στὸ φῶς ποὺ καίει τὸ ψεῦδος του εἰς τέλος.

θαρσεῖτε
 

26.12.16

bialogy

τὰ πλατωνικὰ κεφαλόποδα εἶναι ζῶα ποὺ ἀντιλαμβάνονται τὸν κόσμο ὅλον σὰν κέλυφός τους.
ἡ γλώσσα τους ἀποτελεῖται ἀπὸ 316 λέξεις· ὅλες συνώνυμα τῆς ἔννοιας κέλυφος (ἂν καὶ καθεαυτὴ ἡ λέξη κέλυφος ἀπουσιάζη ἀπὸ τὸ λεξιλόγιό τους).
ὅ,τι βρίσκεται στὸ πεδίο ὁρατότητάς τους τὸ κατανοοῦν σὰν τροφή, τὴν ὁποία ἐπίσης ἀναγνωρίζουν σὰν κέλυφος.
ὄντας ἀπόλυτα (μονιστικά) ἐγωκεντρικά, ἀγνοοῦν τὴν αἴσθηση τοῦ χρόνου: βιώνουν ἕνα συνεχὲς τώρα, ἢ, σωστότερα, ἕνα συνεχὲς κέλυφος.
ὅ,τι ρηγματώνει αὐτὸ τὸ κέλυφος τος προκαλεῖ τρομῶδες παραλήρημα, ποὺ ἐκφράζεται ὅμως μὲ ἄναρθρες κινήσεις τῶν πλοκάμων τους, καθὼς δὲν διαθέτουν ἄλλες λέξεις ἀπὸ τὰ συνώνυμα τοῦ κελύφους. στὴν διάρκεια αὐτῆς τῆς ὑστερίας τὸ π.κ. κατατρώει τοὺς πλοκάμους του. (παραμένει ἄγνωστο τί μπορεῖ νὰ εἶναι μιὰ ρηγμάτωση τοῦ κελύφους, ἀφοῦ στὴν συνείδηση τοῦ π.κ. τὰ πάντα εἶναι κέλυφος.)
παρόλο τὸν μονιστικὸ χαρακτῆρα τῆς συνείδησης τους, τὰ π.κ. συγκροτοῦν ἀγέλες· ὅπου, ὅμως, τὰ μέλη τους δὲν ἐπικοινωνοῦν μεταξύ τους, καθὼς καθένα τους βλέπει τὰ ὑπόλοιπα μέλη σὰν ψηφίδες τοῦ κελύφους-ἀγέλης (ἕνα κέλυφος μέσα στὸ κέλυφος; κάτι τέτοιο δὲν θὰ ἀναιροῦσε τὴν δέα τοῦ κελύφους καθεαυτήν;).
τὸ μόνο βέβαιο εἶναι ὅτι τὸ π.κ. ἔχει να ἐξαιρετικὰ ἀνεπτυγμένο νευρικὸ σύστημα, ποὺ λειτουργεῖ σὰν συνεχς γεννήτρια ἐπιθυμιῶν, ποὺ δραστηριοποιεῖ τοὺς ἀεικίνητους πλοκάμους του.
ἡ ἔρευνα πάνω στ π.κ. ἀντιμετωπίζει πολλὲς δυσκολίες, τόσο λόγω τῆς ἀδυναμίας νὰ προσπελασθῆ ὁ κλειστὸς κόσμος του, ὄσο καὶ λόγω τῆς συνεχοῦς φθορᾶς τῶν ἐρευνητῶν, ποὺ ἐπιμένουν νὰ κατασπαράσουν ὁ ἕνας τοὺς πλοκάμους τοὺ ἄλλου.

4.8.15

mundaneness

ἡ Δημοκρατία εἰσέρχεται στὴν ἱστορία μὲ ἕνα μοναδικὸ πρόταγμα: τὴν καθαίρεση τῶν ἐλὶτ καὶ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς κοινωνίας ἀπὸ τὴν κυριαρχία τους.
στὴν πορεία της, τὸ μόνο ποὺ κατόρθωσε εἶναι ἡ ἀνάδειξη μιᾶς μαζικῆς κουλτούρας ποὺ μιμεῖται τὰ σύμβολα τῶν ἐλίτ.

ἀποτέλεσμα:
ἡ βία πλέον δὲν εἶναι μονοδιάστατη, ἀπὸ πάνω πρὸς τὰ κάτω·
ἀλλὰ ἔχει ἄπειρες διαστάσεις καὶ ἄπειρα διανύσματα.

:::

Democracy enters into the history with one and only objective: elites' deposition and people's liberation from their rule.
in the course of time, her sole achievement is the prevalence of a mass culture which imitates elite's symbols.

(as a) result:
violence is not anymore oneway, from above to below; 
but she has countless directions and indefinite vectors.

27.5.14

συναίρεση θανάτου.6

τὸ χρῆμα συναιρεῖ τὴν ὅλην ἐμπειρία στὸ μοναδιαῖο τίποτα τῆς αὐθαίρετης ἀξίας του. μὲ αὐτὴν τὴν αὐθάδεια ἐγκαθιστᾶ τὴν πλάνη τῆς ὑπέρβασης τῆς φύσης καὶ δημιουργεῖ τὴν κυρίαρχη ψευδαίσθηση ὅτι τὰ πάντα εἶναι δυνατά. ὁ δρόμος πλέον εἶναι ἀνοιχτὸς ὥστε τὸ ὑποκείμενο νὰ θεωρῆ ὅτι τὰ πάντα [τοῦ] ἐπιτρέπονται χάριν αὐτῆς τῆς παντεπόπτου ἀρχῆς, τῆς αὐθαίρετης ἀξίας, ποὺ μπορεῖ νὰ ὑπάρχη μόνο σὰν διαρκὴς ἐπέκταση, ἀποτίμηση, ἀπαλλοτρίωση τῶν φυσικῶν ἰδιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῶν πραγμάτων.

:::

money annexes the whole experience into the unitary nothingness of its arbitrary value. by this presumption it establishes the scam of outdoing the nature and the prevalent delusion that enerything is possible. the way then is wide open for the subject to believe that everything is permitted [to him] for the sake of this all-embracing principle, the arbitrary value, which can be only as an endless expansion, valuation, expropriation of the natural qualities of man and of things.

24.5.14

συναίρεση θανάτου.5

τὸ γὰρ μυστήριον ἤδη ἐνεργεῖται τῆς ἀνομίας”
[2Θεσ.2:7]

~

ὁ Νόμος, πρῶτα καὶ πάνω ἀπὸ τὴν κάθε φορὰ κανονικότητα, καλεῖ σὲ ἀποταγὴ τῆς προσωπικῆς εὐθύνης. αὐτὴ εἶναι πάντα ἡ βαθειὰ κοινὴ ἐπιθυμία τοῦ πλήθους ποὺ τὸ συγκροτεῖ σὲ συλλογικὸ ὑποκείμενο: ἡ ἐπιθυμία τῆς ἀπόρριψης τοῦ ἀφόρητου φορτίου τῆς ἀγάπης· 
ἡ ἀντικατάσταση τῆς ἀταξίας τῆς ζωῆς ἀπὸ τὴν φαντασία τῆς τάξης· ἡ ἀλογία τῆς ἀντήχησης χάλκινων συνθημάτων ἑνὸς πολεμικοῦ πλήθους ποὺ τρέχει πρὸς τὸν χάλκινο ὕπνο του.

... ὁ Νόμος εἶναι ὁ Ἀντίχριστος



:::



For the mystery of iniquity doth already work”  
[2Th.2:7]

~

Law, first and formost of every incidental regularity, calls for the giving up of one's own responsibility. this is always the profound common desire of the multitude; the desire which welds it into a collective subject: the desire to discard the intolerable burden of love; to replace the deviation of life by the fantasy of order; the alogia of a martial throng which resonants brass slogans as it is galloping towards its brass sleep.

... Law is the Antichrist

19.9.13

ὁ καλὸς ἄνθρωπος: τὸ σκοτάδι ποὺ μᾶς περιτριγυρίζει

Ἀγαπητέ μου φίλε, καιρὸ τώρα ἤθελα νὰ σοῦ γράψω τὸ παρακάτω σχόλιο, ἀλλὰ ὅλο τὸ ἀνέβαλλα. κι ἦρθε ἡ δολοφονία τοῦ Παύλου Φ. νὰ μὲ βιάση νὰ μιλήσω. μὰ πιὸ πολὺ κι ἀπὸ τὴν δολοφονιὰ——γιατὶ αὐτὴ καθεαυτὴ μάλλον στὴν σιωπὴ μὲ καλλοῦσε——εἶναι ὁ βόθρος τοῦ ψεύδους ποὺ τὴν ἀκολούθησε καὶ τὴν συνεχίζει.
...
Θέλω νὰ ξέρης ὅτι τὸ μαχαίρι ποὺ ἔσφαξε τὸν Παῦλο τὸ κρατοῦσαν τρία χέρια: τοῦ δράστη καὶ δυὸ ἄλλων. οἱ δυὸ ἄλλοι εἶναι φαντάσματα, ποὺ χωρὶς αὐτὰ ὁ δράστης θἄταν ἀνίκανος ὄχι μόνο νὰ δράση ἀλλὰ καὶ νὰ ἐμφανιστῆ κἂν στὸ προσκήνιο. τὸ παράδοξο, ποὺ ἐδῶ θὰ ὑποστηρίξω, εἶναι ὅτι ἡ εὐθύνη στὰ τρία πρόσωπα κατανέμεται ἀντιστρόφως ἀνάλογα τῆς συμμετοχῆς τους στὸ ἔγκλημα. κι ὅταν λέω εὐθύνη, φυσικὰ ἐννοῶ τὴν πραγματικὴ εὐθύνη, τὴν πνευματική, κι ὄχι τὴν νομική, τοῦ νόμου τους.
Τὸ πρῶτο ἀπὸ τὰ δύο φαντάσματα εἶναι αὐτὸ ποὺ ὅπλισε τὸ χέρι τοῦ δράστη. εἶναι ὁ ἀχρεῖος ἰσχυρὸς τοῦ πλούτου καὶ τῆς ἐξουσίας ποὺ χρηματοδοτεῖ καὶ προστατεύει τὸ λυσσασμένο σκυλὶ ποὺ θὰ φτάση ἐκεῖ ποὺ ὁ νόμος του δὲν τοῦ τὸ ἐπιτρέπει γιὰ νὰ τρομοκρατήση ὅποιον ἀμφισβητεῖ τὴν σκοτεινὴ καθέδρα του, τὸν θρόνο τῆς ἀκαθαρσίας του. ἀλλὰ εἶναι κι ὁ ἐκφυλισμένος μικροαστὸς ποὺ τρέφεται ἀπὸ τὰ ἀποφάγια τοῦ αἰσχροῦ τους δείπνου κι ἀνησυχεῖ μὴν καὶ κανεὶς διακόψει τὸ φαγοπότι τῶν ἀφεντικῶν του καὶ χάσει κι αὐτὸς τὸ μερδικό του.
Τὸ δεύτερο φάντασμα, γιὰ τὸ ὁποῖο ἐδῶ θέλω νὰ σοῦ μιλήσω, εἶναι ὁ "καλὸς ἄνθρωπος", ὁ μεγάλος ἔνοχος, ὁ πρῶτος καὶ ἔσχατος ἔνοχος.
Ἂν ὁ δράστης εἶναι ἡ νεκρωμένη συνείδηση, ὁ ἀποχτηνωμένος ἄνθρωπος· ἂν ὁ δεύτερος, ὁ συνεργός, εἶναι ἡ διεστραμμένη συνείδηση, ἡ ἰδιοτελὴς ὕαινα· ὁ τρίτος, ὁ "ἀθῶος τοῦ αἵματος τούτου", εἶναι ἡ ἥσυχη συνείδηση——τόσο ἥσυχη ποὺ σχεδὸν δὲν ἀναπνέει——, ὁ ἰδιωτικὰ δίκαιος. ὁ καλὸς ἄνθρωπος εἶναι τίμιος στὴν ἐργασία του καὶ στὶς ἀναγκαῖες κοινωνικές του συναναστροφές. δὲν ἀπεκόμισε ποτὲ πονηρὸ πλοῦτο, ἀλλὰ καὶ δὲν στάθηκε ποτὲ ἀπέναντι στὴν πονηριὰ τοῦ πλούτου γύρω του ποὺ διέφθειρε τοὺς διπλανούς του. τοῦ ἀρκεῖ ἡ ἐσωτερικὴ ἰκανοποίηση τῆς προσωπικῆς του τιμιότητας. ἄλλωστε φροντίζει νὰ μοιράζεται τὴν φιλία του μόνο μὲ ἄλλους καλοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ παρηγοροῦν ἀλλήλους μὲ τὴν καλωσύνη τους μέσα σὲ ἕναν κόσμο διεφθαρμένο. βέβαια, μέσα του, πολὺ βαθιά, περιφρονεῖ τὴν διαφθορὰ τῶν ἰσχυρῶν τοῦ κόσμου τούτου, ἀλλὰ αὐτὸς εἶναι πάνω καὶ πέρα ἀπὸ πολιτικὰ ἐνδιαφέροντα. ἡ πολιτικὴ ἐνασχόληση προδίδει ἦθος ἀγοραῖο καὶ εἴτε κρύβει ἰδιοτέλεια εἴτε πνεῦμα ἀνταρσίας καὶ ἀνομίας. ἡ ζωὴ τοῦ καλοῦ ἀνθρώπου διέπεται μόνο άπὸ ἕναν νόμο: αὐτὸν τῆς τιμιότητας καὶ τῆς τάξης. ὄχι, δὲν εἶναι ἀδιάφορος καὶ ἐγωπαθής. εἶναι αὐθεντικὰ καλός. βοηθᾶ συνανθρώπους ποὺ εἶναι ἐμπερίστατοι, προτιμᾶ νὰ χάση παρὰ νὰ ἀδικήση, δὲν ἀντεκδικεῖται τὴν ἀδικία ποὺ τοῦ γίνεται, κλαίει μετὰ κλαιόντων καὶ χαίρει μετὰ χαιρόντων. ὅμως πάντα ἀπὸ ἀπόσταση. δὲν συγχρωτίζεται ποτὲ μὲ τὰ ἀντικείμενα τῆς συμπαθείας του. δὲν κάνει ποτὲ τὴν ζωή τους ζωή του. κάτι τέτοιο θἄταν πολιτική. θὰ τὸν ἐξανάγκαζε νὰ μετάσχη τῶν παθῶν τους μὲ κίνδυνο νὰ χάση τὴν ἀπάθειά του. θὰ ἐξέπεφτε τῆς ἠθικῆς του ἀνοσίας. ἕνα τέτοιο ἐνδεχόμενο τοῦ προκαλεῖ ὑπαρξιακὸ τρόμο. γιὰ αὐτὸ κι ἂν κάτι ἀληθεινὰ φοβᾶται κι ἀποστρέφεται, πιὸ πολὺ κι ἀπὸ τὴν διαφθορὰ τῶν ἰσχυρῶν καὶ τὴν βαρβαρότητα τῶν ὑπαλλήλων τους, εἶναι ἡ ἀμφισβήτηση τῆς πολιτικῆς τάξης. (ἀδιάφορα ποιὰ εἶναι αὐτή, ἀρκεῖ νὰ ὑπάρχη.) ἐκεῖ μπορεῖ νὰ γίνη πολὺ σκληρὸς. ἄλλωστε ἡ ἠθική του ἐπάρκεια τοῦ ἐπιτρέπει νὰ εἶναι πολὺ σκληρός ἀπέναντι στὴν ἀταξία. ὅσο φιλάνθρωπος καὶ νἄναι δὲν ξεχνᾶ ὅτι ἡ φτώχεια εἶναι πάντα προϊὸν εἴτε τῆς τεμπελιᾶς εἴτε τῆς κακοήθειας. ἡ δικαιοσύνη του τοῦ ἐπιτρέπει νὰ γνωρίζη ὅτι ἡ τυραννίδα εἶναι κακὸ προτιμώτερο τῆς ἀναρχίας. ἡ εὐθυκρισία του τὸν βοηθᾶ νὰ διακρίνη ὅτι ἡ κοινωνικὴ ἱεραρχία τὸν προστατεύει ἀπὸ τὴν κοινωνικὴ ἀνασφάλεια.
Σὲ ἀκούω ἤδη νὰ μουρμουρίζης ὅτι σοῦ περιγράφω ἕναν ὑποκριτὴ καὶ ὄχι ἕναν καλὸν ἄνθρωπο. ὄχι! μιλῶ σοβαρά. εἶναι πραγματικὰ καλός. τὸ πιστεύει καὶ προσπαθεῖ γιὰ αὐτό. μόνο πού, ὅπως σοῦ εἶπα παραπάνω, ἡ συνείδησή του ἔχει ἡσυχάσει τόσο πολὺ ἀπὸ τὴν ἰδιωτική του καλωσύνη ποὺ ἴσα ποὺ ἀναπνέει. θὰ μοῦ πῆς, βέβαια, ἂν εἶναι πράγματι τόσο καλὸς δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μὴν ἀνταποκρίνεται κάπως στὴν γενικευμένη χυδαιότητα τῆς διαφθορᾶς καὶ τῆς ἀδικίας. ἐδῶ ἀκριβῶς εἶναι ἡ τεράστια ἐνοχή του: ἀνταποκρίνεται. ἀλλὰ πῶς; ὄχι σὰν δρῶν καὶ ὑπεύθυνο πρόσωπο (κάτι τέτοιο τοῦ τὸ ἀπαγορεύει ἡ ἡθική του ἀποστροφὴ πρὸς τὴν πολιτικὴ ζωή), ἀλλὰ θρηνῶντας. ὁ πολιτισμὸς τοῦ καλοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ θρῆνος. τὸ μοιρολόγι γιὰ τὴν ἔκπτωση τῶν ἄλλων. μοιρολογεῖ τὸν θάνατο τοῦ ἠθικοῦ του ὀνείρου καὶ τὸ μοιρολόγι του προσελκύει καὶ τοὺς ἄλλους καλοὺς ἀνθρώπους καὶ μοιρολογοῦν ὅλοι μαζί καὶ μοιρολογῶντας βεβαιώνονται ὅτι τὸ ὄνειρο ἦταν ἀληθεινό καὶ τὸ μοιρολόγι δίκαιο. κι αὐτὸ τὸ μοιρολόγι τρέφει τοὺς ἄδικους δυνατοὺς νὰ ὁπλίσουν τοὺς φονιάδες τους νὰ σφάξουν ὅσους σηκώσαν κεφάλι ἀπένατι στὴν ἀδικία... ὑπακούοντας στὸ κάλεσμα τοῦ μοιρολογιοῦ ποὺ θρηνοῦσε γιὰ τὴν ἀδικία. μετὰ τὸ φονικό, οἱ καλοὶ ἄνθρωποι θὰ θρηνήσουν καὶ γιὰ τὸ παραστρατημένο θύμα ποὺ δὲν μπόρεσε νὰ διακρίνη τὴν δικαιοσύνη ἀπὸ τὴν ἀνυπακοὴ καὶ γιὰ τὸν φονιὰ ποὺ δὲν μπόρεσε νὰ διακρίνη τὴν ὑπακοὴ ἀπὸ τὴν ἀδικία.
Ὁ καλὸς ἄνθρωπος, φίλε μου καλέ, εἶναι ἕνα σκοτάδι ποὺ μᾶς τριγυρίζει ἀσφυκτικά, κι ἀναπαράγει τὸν θάνατο μὲ τρόπο τόσο δαιμονικὰ τέλειο ποὺ οὔτε ὁ χειρότερος φονιᾶς οὔτε ὁ πιὸ διεστραμμένος ἐντολέας του θὰ πετύχαιναν ποτέ. καὶ ταυτόχρονα ἀδυνατεῖς νὰ τὸν κρίνης. εἶναι τόσο καλός. ἀλλὰ μόνο αὐτό. μόνο καλός. θέλει καὶ κάτι ἄλλο γιὰ νὰ γίνη ἄνθρωπος. θέλει εὐθύνη. κι αὐτὸ εἶναι φροῦτο δύσκολο ποὺ φυτρώνει μόνο στὸν κοινὸ βίο τῆς πολιτικῆς ζωῆς.
Αὐτὰ καὶ μένω.

31.1.13

περὶ ὀρέων.2 [on Mt.18:20]

οἱ πολλοί, πάλι, νομίζουν τὴν πίστη μιὰν ὑπόθεση ἰδιωτική. "εἶναι ζήτημα τῆς καρδιᾶς" λένε καὶ μ' αὐτὸ ἐννοοῦνε ἕναν κόσμο κλειστὸν κι αὐτάρκη στὴν φαντασία του.
ἂν ὅμως ἡ πίστη εἶναι τὸ ζύγισμα τῆς ἐλευθερίας, τότε δὲν μπορεῖ νἄναι ἰδιωτική. γιατὶ ἡ ἐλευθερία δὲν διαμεσολαβεῖται, ἄρα εἴτε ὑπάρχει σὰν μοιρασιὰ εἴτε δὲν ὑπάρχει κἂν.
ἰδιωτικὴ πίστη εἶναι συνώνυμη τοῦ τίποτα, εἶναι ἡ σκοτεινὴ μήτρα τοῦ Νόμου.

 
:::

 
the many, also, think faith a private issue. "it's a matter of heart" they say and they mean an enclosed and self-sufficient in its imagination realm. 
nevertheless, if faith is freedom's weighing, then it cannot be private. because freedom cannot be mediated; therefore, either it stands as a sharing or it is not standing at all.
the private faith is synonym of the nothing; it is the lightless womb of Law. 

29.8.12

τὸ ὅλον τοῦ τίποτα.3

§ ἡ σωτηριολογία τοῦ φασισμοῦ

ὁ φόβος δὲν προτείνει μιὰν ἐλπίδα, δὲν προσδοκεῖ κάποια λύση, γιατὶ ἁπλᾶ δὲν ἀπορεῖ. ὁ φόβος ἐπιθυμεῖ νὰ γεμίση κάθε γωνιὰ τοῦ ὑποκειμένου μὲ τὴν ἀ-νοησία του, μὲ τὴν πεισματώδη του ἄγνοια. ἡ Ἐδέμ του εἶναι ἡ Ἀβυσσος τῆς ἐπιθυμίας τῆς Ἀβύσσου. τὸ δοξολογικό του στάδιο εἶναι μιὰ μάζα ποὺ ἀρνεῖται τὴν ἐλπίδα, ποὺ μισεῖ ὅ,τι ἐλπίζει καὶ ἀγωνίζεται. εἶναι ὅλος αἰσθητική. μιὰ παγωμένη δομή. μιὰ ἀντι-ζωή. ὁ φόβος ξορκίζει ἑαυτὸν σπέρνοντας τὸν τρόμο, διευρύνοντας τὰ ὅρια τοῦ ἀποτρόπαιου, κυνηγώντας διαρκῶς τὴν ἠδονὴ τοῦ θανάτου.

:::

§ fascism's soteriology

fear does not name any hope, does not anticipate any release; merely because fear does not doubt. fear desires to fill every little corner of the self with its non-sense, its dure ignorance. fear's Eden is the Abyss of the desire for the Abyss. fear's doxological stage is a mass which denies hope, which hates everything that hopes and struggles. fear is all aesthetics; a frozen structure, an anti-life. fear exorcises itself by spreading the terror, by expanding the borders of the atrociousness, by pursueing ceaselessly death's pleasure.

29.7.12

τὸ ὅλον τοῦ τίποτα.1

§ ἡ ἀνθρωπολογία τοῦ φασισμοῦ

ἡ χειραγώγηση τῶν μαζῶν βασίζεται στὴν χειραγώγηση τῶν ἰδιωτικῶν παθῶν, ἡ ὁποία συγκεφαλαιώνεται σὲ ἕνα ψυχικὸ κίνημα: τὸν φόβο.
ὁ φόβος καλλιεργεῖ τὴν πλαστὴ ἐλπίδα τῆς ἱστορίας: τῆς φανταστικῆς δυνατότητας τῆς ἀνθρώπινης φύσης νὰ ἀπαντήση  στὸν θάνατο μέσα ἀπὸ τὸν πολιτισμό. ὁ πολιτισμὸς ὅμως δὲν εἶναι παρὰ ἡ τακτοποίηση τοῦ πλέγματος ἰδιωτικῶν-συλλογικῶν παθῶν σὲ νομικὸ καὶ αἰσθητικὸ σύστημα, ἰκανὸ νὰ ὑποκαθιστᾶ τὴν προσωπικὴ εὐθύνη-ἐλευθερία μὲ τὴν κανονικότητα τῆς ὁμαδικῆς παραίσθησης. 
ὁ φόβος δὲν εἶναι κυρίως ἔνα συναίσθημα ἀλλὰ μιὰ ἐπιθυμία: ἡ ἐπιθυμία τοῦ νὰ ὑπάρχης χωρὶς τὸ βάρος τοῦ νοήματος. ὁ φόβος εἶναι πρῶτα καὶ κύρια φόβος τοῦ νοήματος. αὐτὸ εἶναι τὸ παράδοξο τοῦ πολιτισμοῦ: ὁ πολιτισμὸς ποὺ ἐμφανίζεται σὰν ὑπέρβαση τῆς φύσης, ἀπελευθέρωση ἀπὸ τὰ φυσικὰ δεσμά, νὰ εἶναι στὴν οὐσία του μιὰ ἐπιστροφὴ στὴν ζωϊκότητα, στὴν ἀλογία τοῦ ζώου. ἑνὸς ζώου, ὅμως, ἀφύσικου. τὸ παράδειγμα τοῦ pacman: ἕνα φοβισμὲνο κυκλικὸ πλάσμα, ὅλο στόμα, ὅλο ἀκόρεστη πείνα καὶ ἀνειρήνευτη φυγή—τρέχει διαρκῶς νὰ ξεφύγη ἀπὸ τοὺς διῶκτες του, κατασπαράσσοντας διαρκῶς ὅτι εἶναι στὸ δρόμο του, μέσα σὲ ἕναν λαβύρινθο ἄτεγκτης τάξης. ἡ τάξη τοῦ ἀστικοῦ πολιτισμοῦ, ἡ δυστοπικὴ Ἐδὲμ τοῦ οὑμανισμοῦ.

:::

§ fascism's anthropology

the governance of the multitude is founded on the governance of private passions, which is summarized on one psyche movement: fear.
fear fosters the spurious hope on history: human nature's imaginary potentiality of dealing with the death through civilization. yet, civilization is nothing but an arrangement of this mess of private-collective passions into a legal and aesthetical system, capable to substitute personal responsibility-freedom with the regularity of the collective delusion.
fear is not mainly a feeling but a desire: the desire to exist without the burden of meaning. fear is first and foremost fear of meaning. this is civilization's paradox: civilization, which appears as the overstepping of nature, the emancipation from the shackles of nature, is in its essence a return to animality, to animal's alogy. yet, an annatural animal. the paradigm of pacman: a scared round thing, all mouth, all insatiable appetite and inconsonant flee —it is constantly running to escape from its persecutors, constantly devouring everything in its way, into a maze of stern order. the order of bourgeois civilization, the Eden of humanism.

10.6.12

πολιτικὸ σχόλιο

ἡ λογικὴ στοὺς "διαφωτισμένους" καιρούς μας ἔχει σχεδὸν ταυτιστεῖ μὲ τὸν ὀρθολογισμό, τὴν μίζερη ἐκείνη ἐκδοχὴ τοῦ νοητικοῦ ἐργαλείου τῆς φαντασίας, ποὺ μετρᾶ τὰ πάντα μὲ στοιχειώδη ἀριθμητική, τὴν ἀριθμητικὴ τοῦ μπακάλη. ἔχει ἔτσι ξεχαστεῖ ὅτι λογικὴ εἶναι ἡ ἀποκοτιὰ τοῦ πνεύματος: ἡ προσπάθεια νὰ εἰκονισθῆ λεκτικὰ-ὁμιλητικὰ τὸ νόημα ποὺ τὰ πράγματα καὶ οἱ πραγματικές μας σχέσεις μαζί τους φέρνουν. τὰ λογικὰ σχήματα εἶναι οἱ δίνες τῶν νερῶν ποὺ ἀφήνει πίσω του τὸ καράβι τῆς συνείδησης στὸν σκοτεινό του δρόμο πρὸς τὴν ἐλευθερία. δίνες ὄμορφες, ἀστραποβολοῦσες, δροσερὲς, ἀλλὰ καὶ παροδικὲς, ἀλλοτριόμορφες, ῥέουσες. δὲν γίνεται παρὰ ὁ ἀγώνας νὰ εἰπωθῆ τὸ ἄπορον τῶν νοημάτων νὰ μᾶς χαρίζη εἰκόνες φευγαλέες καὶ ἀνεξίτηλες. φευγαλέες στὶς αἰσθήσεις κι ἀνεξίτηλες στὴν ψυχή. αὐτὸ δὲν εἶναι ἀποτυχία τοῦ ἐγχειρήματος τῆς λογικῆς, ἀντίθετα, εἶναι ὅ,τι διασφαλίζει τὴν ἐλευθερία (ἢ τουλάχιστον τὴν ὀρθὴ πορεία πρὸς αὐτήν), ὅ,τι ἀποτρέπει τὴν βία (πρὸς τὰ πράγματα καὶ τὴν σχέση μας μαζί τους). ἀντίθετα ὁ ὀρθολογισμός, αὐτὴ ἡ θρησκεία τῶν τοκογλύφων, ἔχει πάντα μία μορφή, ἕνα σχῆμα: τὴν βία τῆς ἐκμετάλευσης τῶν πραγμάτων καὶ τὴν συνακόλουθη ἀνελευθερία τῶν σχέσεων.
~
πολιτικὴ ἔκφραση τῆς λογικῆς εἶναι ὁ διάλογος, τὸ τραγικὸ ἄνοιγμα τῆς καρδιᾶς. πολιτικὴ ἔκφραση τοῦ ὀρθολογισμοῦ εἶναι ἡ βία τῆς ἀποτελεσματικότητας, τοῦ μετρήσιμου, τῆς γραφειοκρατίας τῶν λογιστῶν. σὲ αὐτὸν τὸν πολιτικό ἀγώνα δὲν διακυβεύονται κυβερνήσεις κι ἐξουσίες, διακυβεύονται καρδιές.

5.11.11

Be-liar


στὴν καρδιὰ τοῦ κυβερνᾶν βρίσκεται τὸ ψεῦδος·
ὄχι ἁπλᾶ σὰν κυβερνητικὴ πρακτικὴ ἢ συμπεριφορὰ ἀλλὰ σὰν οὐσία, σὰν ὑπαρξιακὴ προϋπόθεση τῆς ἐξουσίας πάνω στὸν ἄνθρωπο καὶ τὰ πράγματα. ἡ κυβερνησία θεμελιώνεται στὸ οὐσιαστικὸ ψεῦδος ὅτι ὁ ἄνθρωπος καὶ ἡ φύση ἔχουν ἀνάγκη διακυβέρνησης, ἄλλως εἶναι χαμένοι. ὅλη της ἡ ἐνέργεια καταναλώνεται στὸ νὰ βεβαιώνει συνεχῶς αὐτὸ τὸ δόγμα καὶ νὰ διασφαλίζει τὴν ἐξάπλωση καὶ τὴν ἐπιβίωσή του στὶς συνειδήσεις τῶν ὑπηκόων της. γιατὶ τὸ ψεῦδος, ἂν καὶ κενὸ τὸ ἴδιο, ἀποχτᾶ βάρος μὲ τὴν λαφυραγώγηση τοῦ βάρους τῶν συνειδήσεων ὅπου αὐτὸ ἔχει ἐγκατασταθεῖ.
  εἰδικὰ στὶς μέρες μας, ποὺ ὁ ἐξουσιαστικὸς πολιτισμὸς ἔχει ξεπέσει σὲ ἁπλὸ ἀπείκασμα τῆς μονεταριστικῆς ἀγορᾶς, αὐτὸ τὸ ψεῦδος ἔχει βαθύνει ἀπροσμέτρητα καθὼς στὴν καρδιά του δρᾶ τὸ μέγα ψεῦδος: τὸ νόμισμα –τὸ μή ὂν ποὺ ἀξιώνει νὰ ἀνταλλάξη ὅλα τὰ ὀνόματα (τῶν ὄντων) μὲ τὴν (αὐθαίρετη) τιμή τους.

:::

at the heart of governing stands the lie;
not simply as a governing practice or behavior but rather as the essence, the substantial [pre]condition for the authority over man and things. governing is founded over the original fable that man and nature need being ruled; otherwise they will be lost. governance’s whole activity is spent to confirm continually this dogma and to secure the expansion and continuation of it in the consciousnesses of her subjects. since the lie, though empty itself, acquires weight by plundering the weight of the consciousnesses where it has been sat upon.
  particularly nowadays, when the authoritative civilization has ended up into a plane effigy of the monetary market, this lie has deepened fathomlessly since in its core it is acting the great lie: money –the non-being which demands to exchange all the names (of beings) with their (arbitrary) value.

28.2.11

αν/.4

η βία της ομάδας είναι ο κυρίαρχος παράγοντας ενότητας, η συνεκτική της δύναμη, η βεβαίωση της ετερότητάς της. εσωτερικά όμως αυτή η βία καθίσταται στο χρόνο διαλυτική για την ομάδα. και για να διατηρήση η ομάδα-κοινότητα την εσωτερική της τάξη η βία πρέπει να μετασχηματισθή. αυτή η μεταμόρφωση της προς τα μέσα βίας είναι ο Νόμος. στον αυτονομημένο όμως άνθρωπο αυτός ο ιδιωτικός νόμος, η εσωτερική βία της ετερότητας, βιώνεται σαν βαριά συνείδηση, σαν άπατη άβυσσος. την άβυσσο αυτή την υποστασιάζει στις σχέσεις του με τα άλλα αυτονομημένα υποκείμενα.

ϭ
“λόγον γὰρ συντελῶν καὶ συντέμνων ποίησει κύριος ἐπὶ τῆς γῆς.” [Ησ.10:23]
αυτή η γη, αυτό το ζωντανό χώμα, είναι η ανθρώπινη καρδιά. αλλά στην περίπτωση του αυτονομημένου υποκειμένου, αυτό το χώμα μένει ατέρμονα ασυντέλεστο —χώμα νεκρό, αδρανές, στέρφο:
η μελαγχολία της ύπαρξης.

:::

the violence of a group is the prevailing factor for its unity, its binding force, the affirmation of its alterity. yet, internally, this violence in the course of time becomes destructive for the group. and, in order to retain her internal order, the group-community has to amend the violence. this alteration of the internal violence is the Law. however, for the autonomised man, this private law, the internal violence of alterity, is being experienced as a heavy consciousness, as a bottomless abyss. this abyss is being hypostasized in the relations with the other autonomised subjects.

ϭ
“for the Lord will carry out his sentence upon the earth fully and without delay.” [Is.10:23]
this earth, this breathing soil, is man's heart. nevertheless, for the case of the autonomised subject, this soil remains endlessly unfulfilled —dead soil, inert, barren:
the melancholy of being.

8.2.11

αν/.3.1 : The Spiritual Animal Kingdom [on Lk.8:26-33]

στην άκρη της αβύσσου είδα να στέκονται τρεις μορφές˙ ένα γυμνό άνδρα, μια σκιά και ένα γουρούνι. μία-μία μου συστήθηκαν:
— “Είμαι ο Γερασηνός. έπαψα να είμαι άνθρωπος όταν η Λεγεών έγινε συνείδηση μου. όταν έγινα ένα κτήνος που κατανάλωνε τις επιθυμίες που αυτή μου υποδείκνυε˙ που ζούσε μέσα στα λύματα αυτής της κατανάλωσης.”
— “Είμαι η Λεγεών. οι άνθρωποι με λένε Νόμο. δεν έχω πρόσωπο. ζω μέσα τους, τρέφομαι με τη ζωή τους. είμαι το παράσιτο της καρδιάς τους. ορίζω το καλό και το κακό. είμαι το θέλημα τους.”
— “Είμαι το γουρούνι. το παλάτι της Λεγεώνας. η μαγεία της κρίσης της με έριξε στη θάλασσα της φλυαρίας των κενών συμβόλων, άφωνο, όλο θέλημα, όλο άδειο, ατελείωτα νεκρό.”

:::

I saw three figures standing at the brink of the abyss; a naked man, a shadow and a pig. one by one they introduced themselves:
— “I am Gerasene. I ceased to be a man when Legion became my consciousness. when I turn into a beast which consumed the desires she nominated to me; which was living in the excrement of that consummation.”
— “I am Legion. people call me Law. I do not have a face. I'm living in them; I'm feeding on their lives. I am their hearts' parasite. I assign the good and the evil. I am their will.”
— “I am the pig. the palace of Legion. the magic of her judgment threw me into the sea of the prattle of empty signs, mute, all will, all empty, endlessly dead.”

3.1.11

αν/.3

ο Νόμος, ο Νόμος, ο Νόμος.
ο Νόμος είμαι Εγώ.
Εγώ ανέβηκα στο ράφι του πολυκαταστήματος τον Οκτώβρη, πουλήθηκα στις γιορτές, μπήκα στις εκπτώσεις το Γενάρη, αποσύρθηκα και ανακυκλώθηκα την Άνοιξη.
οι επιθυμίες μου διαφημίστηκαν σε όλες τις οθόνες.
οι επιθυμίες μου είναι πάντα φρέσκιες, πάντα νωπές.
οι επιθυμίες μου είμαι Εγώ, ο Νόμος.
ο Νόμος είμαι άδειος —χωρώ τα πάντα, αδειάζω τα πάντα.

:::

the Law, the Law, the Law.
the Law is Me.
I was put on the shelf in October; I was sold during the feast; I was withdrawn and recycled in Springtime.
my desires were advertised in every screen.
my desires are always fresh and crisp.
my desires is Me, the Law.
the Law am empty –I contain everything; I discharge anything.

22.11.10

αν/.2 (~historicism.4)

ο,τι ο Νόμος προσπαθή είναι να ιδρύση κοινές έννοιες
με μέσον του το λόγο του οποίου η αδυναμία να σαρκώση νοήματα είναι ουσιαστικό του ιδίωμα
έτσι ο Νόμος αποκαλύπτεται σαν διαστροφή της λογικότητας
όπου λογικότητα η ανοιχτότητα της κοινωνίας των προσώπων
έτσι η τάξη που φέρει ο Νόμος ιδρύει την αταξία των σχέσεων

:::

what Law aspires is to constitute universals
by means of language whose inability to embody concepts is its trait
so Law is being reveled as wryness of logos
whereas logos is the openness of personal relations
so the order Law bears founds the disorder of relations