25.6.13

αὐγάζειν.2.1

ἡ ταπεινὴ καρδιὰ ἀναγνωρίζει παντοῦ τὴν μοναδικότητα τῶν μορφῶν καὶ διασώζει τὴν ἰδιαιτερότητα τοῦ ὑποκειμένου της——αὐτὸς ὁ κόσμος εὐ-μορφίας εἶναι ὁ ἐφιάλτης τῆς ἐξουσίας τῶν γραφειοκρατῶν.
ἀντίθετα, ἡ ὑπερήφανη καρδιὰ βλέπει ἕναν κόσμο ὁμοιόμορφο: ἄμορφο κι ὑποταγμένο στὴν ἀκόρεστη ἐπιθυμία της· καὶ παράγει ἕνα ὑποκείμενο ἐξίσου ἄμορφο, λόγω ἀκριβῶς τοῦ ἀκόρεστου τῆς ἐπιθυμίας του——ἡ δικαίωση του ἀστικοῦ γραφειοκρατισμοῦ, τοῦ φιλελεύθερου ὁλοκληρωτισμοῦ.

::: 

the humble heart recognizes in everything the uniqueness of the forms and preserves her self's personality——this world of shapeliness is the nightmare of bureaucrats' power.
on the contrary, the proud soul sees a uniform world: shapeless and subjugated to her insatiable will; and, out of this insatiability of her will, she generates a self similarly formless——the justification of bourgeois' bureaucracy, of liberal totalitarianism.

15.6.13

αὐγάζειν.2

ἂν ἡ ἔκπληξη τῆς ὀμορφιᾶς προϋποθέτει τὴν ταπεινὴ καρδιά,
εἶναι κι ἡ ἴδια πού, μὲ τὴν σειρά της, ταπεινώνει τὴν καρδιά.

αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ κυριώτερος λόγος ποὺ ἡ ἐξουσία μισεῖ τὴν ὀμορφιά——ἡ ἐξουσία χρειάζεται ὑποτακτικοὺς καὶ δὲν ὑπάρχουν ἀσφαλέστεροι τέτοιοι ἀπὸ τὶς ὑπερήφανες ψυχές.

:::

if beauty's wonder presupposes a humble heart,
it is itself which, by its turn, humbles the heart.

this is the main reason that authority hates beauty——authority needs subjects and there are not more reliable such than the proud souls.

8.6.13

αὐγάζειν.1 [~ Mt.18:3-4]

ὀμορφιὰ εἶναι τ' ὄνομα ποὺ δίνουμε στὴν ἔκπληξη.
——αὐτὴν τὴν ἔκπληξη ποὺ εἰρηνεύει τὴν καρδιά μας καὶ στρώνει τὸν νοὺ σὰν δροσιὰ πρωϊνὴ πάνω της.
ἡ ἔκπληξη εἶναι ἁρετὴ τῆς ταπεινῆς καρδιᾶς.
——ἡ ταπεινὴ καρδιὰ δὲν γνωρίζει τὴν ἀνία.

ἡ ἀνία εἶναι ἡ κατάσταση τοῦ ἀστοῦ· τοῦ ὑπερήφανου αὐτοαναφορικοῦ ἐγώ,
ποὺ ἀναζητᾶ ἀδιάκοπα κι ἀνέλπιδα τὴν πρωτοτυπία,
ποὺ ἐξανδραποδίζεται στὰ παζάρια τῶν νεωτερισμῶν,
ποὺ καταναλώνει ἀκόρεστα τὸν κάλλιστο κόσμο, προσπαθώντας νὰ διαιωνίση τὸ μέσα του σκοτάδι.
‡‡ ὅταν ἀπελπιστῆ ὁλωσδιόλου στὸ κυνήγι τῆς πρωτοτυπίας, καταφεύγει σὲ ἕνα εἰδωλικὸ πάγωμα τοῦ σκοταδιοῦ του, στὴν πετρωμένη μνημειακότητα τῆς κόλασής του. (αὐτὸ τὸ τελικὸ στάδιο τοῦ ἀστισμοῦ εἶναι ὁ φασισμός, ἡ (ἀντι)πολιτικὴ ἐκδοχὴ τοῦ σατανισμοῦ.)

:::

beauty is the name we give to wonder.
——this wonder that soothes the heart and dews the mind over her.
wonder is a quality of a humble heart.
——the humble heart does not know the boredom.

boredom is the condition of the bourgeois; of the proud and arbitrary self,
which ceaselessly and hopelessly looks for fancy,
which is being debased in the markets of novelties,
which is consuming insatiably the most beautiful world, struggling to perpetuate its inmost darkness.
‡‡ when it will come in entire despair, in its quest for fancy, it resorts into an idolatrous establishment of its darkness, into the petrified monumentality of its hell. (this final stage of bourgeoisie is fascism, the (anti)political version of satanism.)