27.12.07

ευδοκία

ό,τι κάνει τον άνθρωπο τέτοιον μέσα στον κόσμο
—ο λόγος του—
αυτό είναι και η πηγή της βίας του
—η συνείδηση-ψευδαίσθηση—.

‘η δε φυσις κρυπτην την νοσον ενδον εχει’. (Γρηγόριος Ναζιανηνός)
η σάρκωση του Λόγου είναι η μόνη έξοδος από τον φαύλο λαβύρινθο της λογικής ψευδαίσθησης-βίας, εφόσον ο αφηρημένος λόγος του ανθρώπου πάρει σάρκα και οστά μέσα στον σαρκωμένο προσωπικό Λόγο που δίνει όνομα και ύπαρξη στο καθετί.

:::

what makes Man such in the World
—his logos-language—
that is also the source of his violence
—his consciousness-delusion—.
‘nature has hidden in her her maladie’. (Gregory of Nazianzos)
the incarnation of the Logos is his only way-out of the vicious labyrinth of the logical delusion-violence, since the abstract human logos takes flesh and bones in the incarnate personal Logos which gives name and being to every thing.

:::

‘I can’t imagine anything
that I would less like to be
than a disincarnate Spirit,
unable to chew or sip
or make contact with surfaces
or breathe the scents of summer
or comprehend speech and music
or gaze at what lies beyond.
No, God has placed me exactly
where I’d have chosen to be:
the sub-lunar world is such fun,
where Man is male or female
and gives Proper Names to all things.’
(W.H.Auden)

17.12.07

natural linguistics (on Mt.13:10-13)

η φύση είναι ό,τι πιο κοντινό και συνάμα πιο απρόσιτο έχουμε. αυτό το ίδιον-ξένο μπορεί να πάρη λογική μορφή μόνον μέσω του κοινού νου. ο κοινός νους δεν είναι ούτε εικονισμός ενός ‘φυσικού νόμου’ (natural law), ούτε μια κοινωνιολογική συνισταμένη ατομικού ‘ορθού λόγου’: είναι φυσικός πραγματικά και προσωπικός πραγματικά—ο κοινός νους είναι η λογική εικόνα της κοινά βεβαιωμένης εμπειρίας, η βεβαιότητα του απροκαθόριστου. (αντίθετα με την καθορισμένη βεβαιότητα του αστικού νόμου.)

:::

nature is what nearest and at the same time most transcendent we have. that own-alien thing can take a speech form only through common sense. common sense is neither an image of ‘natural law’ nor a sociological sum of individual rationality: it is actually natural and actually personal—common sense is the logical (=in a language form) image of the commonly accredited (and accrued) experience; the sureness of the unsettled. (contrary to settled sureness of bourgeois law.)

7.12.07

ganz Andere (on Mt.6:23)

των οστών το κρυμμένο σπέρμα είναι πριν
του δέρματος το ρίγος

:::

bones’ hidden seed is before
skin’s shiver

29.11.07

natural aesthetics

ό,τι χώμα στερείται
να φυτρώνη αληθινά δεν μπορεί.
ότι την πράξη το πράγμα την κάνει
κι έτσι το έργο τον τεχνίτη βεβαιώνει.

:::

whatever is deprived of soil
cannot spring in truth;
'cause the deed does the doing
and so, the handiwork verifies the craftsman.

27.11.07

natural politics (on Mat.5:22)

to name is to love: to open your being to other beings
—an act of heart and mind as one whole person.
to adject is to judge: to oppose your consciousness to other beings
—an act of mind as sovereign modifier; a denial of nature for the sake of an arbitrary moral ego.
to word (verb) is to communicate politically: to relate your presence to the other beings
—an act either of personal freedom (in the case of naming), or of dominion (in the case of morals). where, freedom means the logical unity of nature in the person, and, dominion means the contemplative rupture of nature in the autonomous consciousness.

:::

"Wer das Tiefste gedacht, liebt das Lebendigste" (Hederlin)

17.11.07

natural history

snail owes its exquisite well-shaped-ness to its mucus which is flaking off under the sun
:::
το σαλιγκάρι χρωστά την ευ-μορφιά του στην βλέννα του που
ξεφλουδίζει κάτω απ’ τον ήλιο

11.11.07

on 1Cor.7:29-31(*)

ο αστικός νόμος νομοθετεί ένα μόνον, την διατήρηση του
—η αυθεντική βία: το νόημα μέσα στο νόημα.
η ανομία εκβιάζει ένα μόνον, την μοναξιά σαν μόνη τάξη
—η αυθαίρετη βία: η απουσία νοήματος σαν νόημα.

έτσι, η ομορφιά είναι πάντα θλιβερή

:::

bourgeois law legislates just one thing, its upkeep
—the authentic violence: the meaning in the meaning.
anomy constrains for just one thing, the loneliness as the only order
—the arbitrary violence: the absence of meaning as meaning.

so, beauty is always sad

--------
(*) “the only philosophy which can be responsibly practiced in face of despair is the attempt to contemplate all things as they would present themselves from the standpoint of redemption” (Th. Adorno, Minima Moralia)

7.11.07

ecology, 4 (or, Gesthemane, the eternal Eden)

the man said: 'you are my actuality: the totality of my conditions'
the Nature replied: 'you are my totality: the actuality of my meaning'
...
the Spirit smiled (in) the garden of Gesthemane

3.11.07

mechanics (Mat.7:24-7)

η πέτρα βαστά βαθειά μέσα της το νόημα της
—ό,τι η άμμος σκόρπισε στους ανέμους και στις βροχές—
αυτό που βαστά το βάρος του λόγου
που πάνω της στέκει

:::

the rock holds in itself its meaning
—what the sand dissipated to the winds and rains—
which bears the weight of the word
that stands on it

29.10.07

aporia

ό,τι κάνη τον άνθρωπο άνθρωπο είναι ο πόνος
αυτός βεβαιώνει την καρδιά σαν τέτοια
αυτός είναι τ' αμόνι της αγάπης
ό,τι κάνη τον χρόνο διάρκεια

:::

what makes the man a man is pain
that assures the heart as such
that is love's anvil
what makes the time duration

11.9.07

positing (postscript on religious zombies, 3)

the Word of God [by] naming creates ‘ex nihilo’
the word of the ‘earthen one’ [by] naming manifests what already exists, and it manifests it in relation to the essence of the ‘earthen one’ and not absolutely (*)
so, the concept refutes the earthen (created) name, the manifestation—hides the image—, but it cannot refute the ‘above any name’ (Phi.2:9), the source of beings

ο Λόγος του Θεού ονομάζοντας δημιουργεί ‘εξ ουκ οντων’
ο λόγος του ‘χοϊκού’ ονομάζοντας φανερώνει ό,τι ήδη υπάρχει, και το φανερώνει ως προς την ουσία του ‘χοϊκού’ και όχι απόλυτα (*)
έτσι, η ιδέα αναιρεί το χοϊκό (κτιστό) όνομα, την φανέρωση—αποκρύπτει την εικόνα—, αλλά δεν δύναται να αναιρέση το ‘υπερ παν ονομα’ (Φιλ.2:9), την πηγή των όντων

[(*) cf. Hegel, Wissenschaft der Logic II, 15]

7.9.07

religious zombies, 3 (or, the systemic beast)

if there is an Antichrist, this is bourgeois society. because, if Christ is the incarnate Word, bourgeois society is the incarnate concept—the deadened word, a zombie, a lifeless and life-taking chasm. in the dark abyss of that chasm voice is lost or returns back as bullets of rotten blood; the blood of canceled dia-logue.
a bourgeois “Christianity” is pure blasphemy, the blasphemy against the Spirit.

σολωμικό

το χάσμα στο βράχο δεν τ’ άνοιξε ο σεισμός. τ’ άνοιξε ο χρόνος, η βροχή κι η ρίζα του κυκλάμινου. κι αν γελά στα λούλουδα, γελά γιατί ‘ναι παιδιά του. κι αν είναι μαύρο, είναι γιατί ο χρόνος είναι σκοτεινός (όσο ο ήλιος που ποτίζει τα κυκλάμινα).
:::
‘εν δε μιαι μοιραι χρονου αλλοτ’ αλλοιαι διαιθυσσοισιν αυραι.’ (Ολυμπιακή Ωδή 7:94)

5.9.07

a burnt olive-tree said…

δεν είναι άλλη βία από την επιθυμία για εξουσία πάνω στην ζωή του άλλου—την αναίρεση της αγάπης
δεν είναι άλλη κόλαση από την μοναξιά—την άρνηση της αγάπης
δεν είναι άλλος θάνατος από την αδυναμία για αγάπη

there is not another violence than the desire for power over other’s life—the suspension of love
there is not another hell than the loneliness—the denial of love
there is not another death than the debility for love

3.9.07

religious zombies, 2 (on the politics of Col.2:18-23)

the deception that a particular action is universal is moral-consciousness’ violence: self’s self-subversion (conforming itself to an incomprehensible moral law), which (via its relation with the other) turns into subverting the other. sentimentality and violence hidden under the fake (since face is suspended) of morality and ‘love’. abstractions which make the life abstract: unreal. (the revolt against He who issues the life: He who IS life, hence, has no room for moralities and abstractions, i.e. violence.)
:::
“μηδεις υμας καταβραβευετω … φυσιουμενος υπο του νοος της σαρκος αυτου … [εμβατευων] Μη αψηι μηδε γευσηι μηδε θιγηις … ατινα εστιν λογον μεν εχοντα σοφιας εν εθελοθρησκιαι και ταπεινοφροσυνηι” (Col.2:18-23)
“[let] no one to cheat you[r lives] … being conceited by his flesh’s mind … [pontificating] Do not touch, nor taste, nor finger … which [seems to] bear wisdom in a manner of self-imposed-piety and [made-up-]humility” (trans. by me)

1.9.07

δημόσια αλογία

υπέρογκοι λόγοι, τίτλοι πολυέλαιοι, άσαρκοι, με το βάρος του ανέμου—τι φασισμός!
‘τριήμερο εθνικό πένθος’…
‘τριήμερο’; πότε άρχισε; πότε τέλειωσε; —ο χρόνος σαν απώλεια νοήματος.
‘εθνικό’; ποιού έθνους; ποιού λαού; αυτού που γλεντοκοπά το τέλος του στις ψησταριές και στα παραθαλάσσια μπαράκια; του άλλου; αυτού που μαζεύει τις στάχτες του απ’ το χώμα το πηγμένο στα κόκαλα; κάποιου άλλου;
‘πένθος’; ποια απώλεια; τίνος πράγματος; ό,τι χάθηκε ήταν ό,τι είχαμε υπεξαιρέσει από τα κόκαλα των πατέρων και περίσσευε στις τσέπες μας. ήταν βαρύ για τις νάιλον τσέπες μας.

postscript on “olive-tree”

finally, it was not beetle’s wooden wings that burnt, but the olive-tree. the beetle-arsonist has still its wings, but not anymore its heart. that olive-tree was its heart.

23.8.07

olive-tree

we sat under the olive-trees to have a rest and i heard the tree to say to me:
— the soil is what has past; my blossom is the fleeting now; the sky is the ineffable tomorrow and i am the history of a stony world.
— and i? i asked. what am i?
— you are a speaking beetle which will melt its wooden wings in the rising sun.

19.8.07

ecology, 3

the Nature said: ‘what has bloomed has got the knowledge of death’
the Spirit replied: ‘what has died shall be bloomed’


η Φύση είπε: ‘ό,τι άνθισε γνώρισε τον θάνατο’
το Πνεύμα απάντησε: ‘ό,τι πέθανε μέλλει ν’ ανθίση’

σύνοψη

εν αρχηι ην το ονομα. το ονομα δε εγεννησεν το ρημα, το ρημα δε εγεννησεν την μετοχην, η μετοχη δε εγεννησεν τον ερωταν και την βίαν, ο ερωτας δε και η βία εγεννησαν την ιστοριαν και το τελος αυτης. γενοιτο, γενοιτο.


in the beginning was the name. and the name begat the verb; and the verb begat the participle; and the participle begat the love and the violence; and the love and the violence begat the history and its end. let it come, let it become.

17.8.07

a Hegelian comment on ultimate death

θύματα του μύθου τους. ενός μύθου χτισμένου από αλλότρια βλέμματα, για αλλότριες επιθυμίες σε ξένες καρδιές.
κρύβονται από τα βλέμματα και λένε: η συνείδηση μου είναι ελεύθερη από την πραγματικότητα, απροκαθόριστη, αυτογνωσιακή—το ηθικό υποκείμενο μπορεί πια να πετά αγκαλιά με την Lucie στον διαμαντένιο ουρανό του τίποτα, εικονίζοντας τον εαυτό του αέναα.
μια συνείδηση που πλανά εαυτήν και όσους την συναντούν—η ουσία του Άδη.


victims of their own myth. a myth built up by others’ gazes, for alien desires of strangers’ hearts.
they hide themselves from the gazes and say: my consciousness is free from reality, unconditioned, self-knowing—the moral subject can now fly with Lucie in the diamond sky of nothingness, representing itself endlessly.
a consciousness which deceives itself and anybody met it—the essence of Hades.

13.8.07

timeless being

το πλησίασμα της καταιγίδας—τι μυστική στιγμή!
όταν η νωχέλεια της αιθρίας συλλαμβάνει τον εαυτό της κυκλωμένο από ένα αλλόκοτα διαφανές σκοτάδι που φέρνει ένας αθόρυβος, ζωηρός άνεμος—σαν παρουσία αόρατου τιμωρού—ενώ κάπου μακριά απροσδιόριστοι ήχοι λένε κάτι που δεν μπορούμε να αντέξουμε.
κανείς ποτέ δεν είναι σε θέση να πη πότε έγινε το πέρασμα από το πριν στο τώρα. και πόσο αυτό το τώρα είναι η εισαγωγή του βίαιου μετά, ή κάτι άλλο, τρίτο—το μυστικό διάμεσο, το ανείπωτο, το χνάρι του αιώνιου.


as tempest comes near—what a mystical time!
when calm’s indolence caught herself surrounded by an eerie transparent darkness brought by voiceless vivid wind—when somewhere far shapeless sounds say something unbearable.
nobody is able to say when does the passing from then to now happen. and how is that now an introduction to violent after; or something other—a mystical in-between, nameless, the trace of eternal.

11.8.07

religious zombies

η σεξουαλικότητα των ευνούχων: να χώνουν στις καρδιές των άλλων έναν λόγο που δεν λέει τίποτα άλλο από την κρυμμένη επιθυμία να εξουσιάσουν τις ζωές τους—να υπάρχουν μέσα από άλλα ευνουχισμένα εγώ: συν-ύπαρξη χωρίς συ-ζυγία.


eunuchs’ sexuality: to invade into others’ hearts through a word which says nothing but the hidden desire to control their lives—to be via another castrated self: co-existence without con-jugation.

7.8.07

ecology, 2

the two cosmological extremes:
(a) a worldly world (closed or open, doesn’t matter)—the realm of a complex of abstract laws; and
(b) a ‘sacred’ world, a ‘panpsychic’ one—the realm of a complex of abstract powers.
both debase both the world and man’s consciousness to a dire circle of impersonal (and impersonalizing) necessity. world and consciousness in an endless vicious circle of mutually failed roles: those of lord and bondsman—infinitely unfulfilled desire.

the way-out:
the world as Spirit’s image—holy in its fundamental intention, in its per-form-ance; but changeable and contingent in its nature. an image of Word’s image.

29.7.07

δεν μοιρώθηκαν να κοπιάζουν στον έξοχο κήπο των Χαρίτων

they were not fated to toil in the exquisite garden of the Graces

23.7.07

ecology

an image:
an endless ocean : the Spirit
its marine flora : the nature
its marine fauna : the history


μιὰ εἰκόνα:
ἕνας ἄπειρος ὠκεανός : τὸ Πνεῦμα
ἡ θαλάσσια χλωρίδα του : ἡ φύση
ἡ θαλάσσια πανίδα του : ἡ ἱστορία

17.7.07

vitex agnus castus

το αίσθημα κρύφτηκε στις λυγαριές στην άκρη του ξεριά
χωμένο στην οσμή της σαύρας καραδοκεί το πέρασμα του ήλιου
καθώς αυτός πετσοκόβει τις φλύαρες καρδιές
ελπίζει στης νύχτας την πάχνη
—ανόητη προσδοκία λησμονιάς—τα πάντα είναι δω
θες δε θες.
πλαστικά μπιτόνια στεφανώνουν την τελετουργία της ύπαρξης


the sentiment hid into the osiers on the fringes of the barren brook
buried in lizard’s scent is lurking the passage of the sun
as he is butchering prattling hearts
it hopes for night’s hoar
—a silly trust in forgetfulness—everything is here
in spite of your desire.
plastic containers garland being’s rite.

13.7.07

θρηνόπιστος & θρηνοθήρας

η ‘Δύση’ δεν υπάρχει αντικειμενικά: η ‘Δύση’ είμαστε εμείς, ο καθένας χωριστά—η δύση της εικόνας του Θεού όταν πεθαίνει θαυμάζοντας τον εαυτό της. (αυτός ο θαυμασμός είναι συνήθως τρομώδης.) η δόξα αυτού του βασιλέματος είναι η επιθανάτια έκλαμψη του εαυτού.


‘the Occident’ does not exist objectively: we are ‘the Occident’, each one particularly—the sunset of God’s image when is dying wondering at itself. (that wonder is usually tremulous.) the glory of that set is the death-resplendence of self.

7.7.07

aeon

του σπαρου η διαρκεια μια φουχτα σπασμοι

5.7.07

(Mt 5:13)

if the mechanistic view of reality denies freedom (the substantial one) and seeks to impose-justify the dominion of the impersonal violence of reductionism (i.e., neo-capitalism, neo-imperialism) on society (in general) and person (in particular); then, when church, instead of being the space of freedom and openness, is turning into a religious machine of consciousness’ mass production, how much more violence is imposed on man’s nature? (that very nature for her freedom’s sake the son of man gave his imperishable freedom a night in gesthemane.)


αν η μηχανιστική θεώρηση της εμπειρικής πραγματικότητας αρνείται την ελευθερία (μιλώ για την ουσιαστική ελευθερία) και προσβλέπει να επιβάλλη-δικαιώση την κυριαρχία της απρόσωπης βίας της κλειστής αιτιοκρατίας (βλέπε, νέο καπιταλισμό, νέο επεκτατισμό) στην κοινωνία (γενικά) και στο υποκείμενο (ειδικότερα), τότε, όταν η εκκλησία, αντί να είναι ο χώρος της ελευθερίας και της ανοιχτότητας, γίνεται μηχανή μαζικής παραγωγής συνείδησης, πόση επιπλέον βία εφαρμόζεται πάνω στην ανθρώπινη φύση; (αυτήν ακριβώς την φύση που για χάρη της ελευθερίας της ο υιός του ανθρώπου έδωσε την άφθαρτη ελευθερία του μια νύχτα στην γεσθημανή.)

29.6.07

τέσσερις φορές εφτά συν μία

γιατί των πουλιών η δόξα
δεν κόβει την θάλασσα σε φέτες νόστιμες
να ταΐση το μωρό που τόσα χρόνια σπαρταρά
στου στήθους μου τη σαρμανίτσα;

μόνο χαϊδεύει το νερό
και το χτίζει γυναίκα
άπιστη
μόνο για λίγο
κι ύστερα πάλι δροσερό
πνεύμα πυκνό, πυκνότατο,
ίσαμε του αχινού το βήμα;

27.6.07

musical nihilism

sentimentality always, and inevitably, leads to hatred; because sentimentality, as a perversion of sensibility, could be defined as one’s thirst for self-suspension by throwing oneself into the ocean of the alogia of feelings; and the most total, the most anti-human, feeling is one’s hatred for another. (that can explain our post-modern culture—a culture which, more than any other in human history, has in excess both a sentimental-musical soul and a most violent breath.)


ο συναισθηματισμός πάντα θα καταλήγη στο μίσος. γιατί αν ο συναισθηματισμός, σαν διαστροφή της αισθαντικότητας, μπορεί να περιγραφή σαν η λαχτάρα για έκλειψη του εαυτού μέσα στον ωκεανό της αλογίας των συναισθημάτων, το πιο απόλυτο, το πιο αντι-ανθρώπινο, συναίσθημα είναι το μίσος ενός για τον άλλο. (έτσι μπορεί να γίνη κατανοητή η μετά-μοντέρνα μας κατάσταση—ενός πολιτισμού που, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, χαρακτηρίζεται από μια υπερβολικά συναισθηματική-μουσική ψυχή και μια υπερβολικά βίαιη ανάσα.)

23.6.07

hairy tales

if "transcendental philosophy justifies infinite ignorance", quasi-transcendental systems of reference justify infinite imagination--re-mythologizing philosophy.
(but, these new myths come out of nothing(-ness); or, better, out of barren hearts.)

17.6.07

gardening

η νοσταλγία του Παράδεισου—νοσταλγία ενός τόπου που δεν υπήρξε, παρά μόνο σαν επιθυμία του όχι-εδώ, όχι-έτσι. άλγος επιστροφής κει που ποτέ δεν ήσουν. Παράδεισος: ο κήπος που ποτέ δεν φυτεύτηκε, κι όμως είναι ΔΩ. –νοσταλγία του απόλυτου τώρα, προβαλλόμενη σ’ ένα άπιαστο αύριο.
(το χτες: ένα ηχητικό όνειρο της νύχτας που πέρασε βουβή.)


Paradise’s homesickness—nostalgia for a place which never was; nothing but a desire for the non-here, the non-like-here. aching for return back there where never were you. Paradise: the never planted garden; yet it's HERE. –nostalgia for the absolute now, represented on a fleeting morrow.
(the past: a vocal dream in a mute night.)

11.6.07

an undelivered letter

Dear 'Lawrence',
i think you will agree that in order to hope of any realism in visual arts we first have to have an answer to epistemological problem of what is really real and how that is known to us. I do not want here neither to open an extensive discussion of that onerous (especially since Kant's time) matter, nor to jump into any final statement; but I would like to offer a point of view. Let me start:

It is quite known the controversy about the icons—the capability of depiction of Christ mainly—during the mid-Byzantine era which resulted into the 7th Ecumenical Council and destroyed Byzantine State’s unity for ever. What is not very known is the subtleties of arguments of both sides as a result that this controversy was nothing but the pick of the iceberg which was the old (and never ending) debate about the possibility of knowledge of God and the nature of man’s salvation. (In fact the whole theology of Greek Fathers from Athanasius to Gregory Palamas is nothing but an epistemologic struggle for asserting man’s potentiality of participation into God’s uncreated energy/-ies and, hence, God’s eternal life.) What recapitalized Church’s answer was Theodore Studite’s aphorism that “what is depicted in an icon [of Christ] is not [his] nature but hypostasis.” (Of course that needs a lot of discussion, since the distinction between hypostasis, or person, and nature, or substance, is a very old and fundamental issue in Greek Patristic theology which in fact it goes back to Aristotle, and, in my opinion, farther back to Greek Archaic thought; but here and now this discussion is not possible; so, i will avoid it and i will use Studite’s aphorism just as an Archimedean point.) This aphorism has a more general value for visual arts since it keeps open the possibility of a true image without, at the same time, falling into the vicious circle of trying to find a way out of total-realism’s labyrinth. To make it a bit more straightforward: Gregory of Nyssa gives a nice account about matter and perception; he says that the matter is the concurrence (out of the divine will and power) of all of matter’s features, which each-one-in-itself is nothing but a mere name or concept (PG 44, 69C), and that nature’s idiom is her state of continuous changing out of her constitution (ibid, 108A) and of her immanent creative reason [κτίσεως λόγον=reason of being] (ibid, 88D). And how can we perceive natural reality? He says, through hypostasis, which is nature’s manifestation via her specific idioms (PG 32, 328). Gregory Palamas similarly says: a substance without a distinct-from-it energy is totally non-existent [ανυπόστατος=without hypostasis] and a mere speculation of mind (Works, vol.5, 112).

So what i try to say is that the only possible and honest realism in visual arts is the depiction of what is commonly accepted as naturally idiomatic in our art’s object—that is, to create a visual name, as a real name-sign for a real think. (As W. Benjamin says, “The name is the analogue of the knowledge of the object in the object itself.”) Can we see it somewhere? Yes, it is seen in folk art, in icons, in many works among the great poets of painting (e.g. Fra Angelico, Greco, Caravaggio, Giacometti and others).
What really appals me in illusionary realism and in Lucacs’ naïve statement is their utopian will for man’s consciousness’ final dominion over nature—and every utopia, i think you will agree, is nothing but violence.

I hope i managed to give to you an idea of what i had in mind.
You have my best wishes for your “journey”.
/vassili

7.6.07

άπορος λόγος, άσπορος λόγος

είναι τόσα πολλά πια τα ντοκουμέντα που οφείλει κανείς να φέρη για να αποδείχνη το καθετί της παρουσίας του στον κόσμο (χαρτιά, διπλώματα, ταυτότητες κάθε είδους, φωτογραφίες, αποδείξεις, σφραγίδες, υπογραφές από ανθρώπους που ποτέ δεν σε γνώρισαν και που βεβαιώνουν την αλήθεια του ονόματος σου), που πια δεν λένε τίποτα, δεν φανερώνουν καμμιά χειροπιαστή αλήθεια, και, το χειρότερο, κάναν κι αυτόν τον λόγο, τον 'λόγο της τιμής', άτιμο. ο άνομος αυτός κόσμος--μια γιγάντια συλλογικότητα ακυβέρνητη στην πολυνομία της, μια πολυνομία που δεν αντλεί από πουθενά την νομιμότητα της κι απλά αναπαράγεται σαν γραφειοκρατική αμοιβάδα--δεν μπορούσε παρά να καταλήξη σε άλογο σύμπαν--μια πληθώρα λεκτικών εκφράσεων που δεν λένε και δεν εκφράζουν τίποτα, εκτός από αυτό το τίποτα. κι αν η ανομία καταλήγη στην αλογία, τότε η αλογία που καταλήγει; (και δεν μιλώ για την βία, γιατί αυτή ήταν παρούσα απ' την αρχή.)

"εαν δε το αλας μωρανθηι, εν τινι αλισθησεται;" (Μαθ.5:13)


there are so many the documents somebody has to carry in order to prove the little anything of his presence in that world, that they are saying nothing--they are manifesting none palpable truth--and, the worst of all, they made even word valueless--a word without honour.
that world of anomy--a giant collectivity, adrift in its over-legislation, an over-legislation which derives its legality from nowhere and simply is re-produced like a bureacratic amoeba--could not result in anything else except alogy--a profusion of lectic forms which say nothing, nothing but that nothing.
and if anomy ends in alogy, then, where does alogy end? (and here i do not mean violence, since it was here from the begining.)

3.6.07

one day

this day,
a year ago, two friends departed for ever;
five years ago, an old man fell in a library;
twenty seven years ago, a sparrow found a crumb under my chair in the garden behind the house;
seventy nine years ago, a girl fell in love for first and last time in her life;
one hundred eighty seven years ago, a bayonet knew the warmth of young man's bowels;
seven hundred forty three years ago, a bit of bread was dipped into a glass of wine and a laugh filled the dim air of a room;
one thousand nine hundred ninety two years ago, young Jesus kissed a lost tortoise;
further back, the poet jumped into the volcano's mouth, the mariner saw the star falling into the waters, the mother made pancakes, the baby cried, the baby laughed, the Father rejoiced;
day one

2.6.07

το γραφτό

ένα έργο χτισμένο με λόγο αφηρημένο δεν μπορεί νάναι οικουμενικό--οι ηθικές, οι γενικεύσεις και τα ψιλά νοήματα αφορούν μόνο τον γονιό τους (κι αυτόν συνήθως μόνο για μια στιγμή). μόνο ένα χτισμένο με εικόνες κοινές μπορεί νάναι τέτοιο. και τέτοιες εικόνες είναι δυο λογιώ: πρώτο, όσες ανακαλούν την κοινή αισθητή εμπειρία, που, θάλεγα, οικοδομούν τον λαϊκό λόγο--βλέπε τις μεταφορές στον Ομηρο, τις παραβολές του Χριστού, τα γραφτά του Montaigne, κι άλλα, κι άλλα. (αυτός είναι ένας κόσμος εμπειρικής βεβαιότητας, κλειστός αλλά και όμορφος, δροσερός.) δεύτερο, όσες φωτίζουν το μέσα κοινό, το πάντα απερίγραφτο, το ριζιμιό--βλέπε τους μύθους που ακουμπάνε στο παράλογο, τους μονολόγους του Ευριπίδη ή τις ψευδο-χασιδικές ιστορίες του Kafka. (αυτός είναι ο κόσμος της απορίας, σκοτεινός κι ορθάνοιχτος, όλος συνειδησιακό βάρος.) οι πρώτες αν και παγκόσμιες αφήνουν έξω λίγους, οι δεύτερες αν και απόλυτα κοινές λίγους νοιάζουν. η μαστοριά είναι στο ζύμωμα--ούτε πολλή απορία, που καταντά μυστικισμός, ούτε πολλή βεβαιότητα, που σκληραίνει καρδιά και πνεύμα.

prodigal Sun

Sun is grazing his salty urchins
Sun is licking cliffs' salty icing
Sun is breaking grass' salty song

A body tired of loving
Has left itself
Into salty waters
Vain waters--
Watery fullness
Empty peace

ανθρωπος, ωσει χορτος αι ημεραι αυτου,
ωσει ανθος του αγρου ουτως εξανθησει (Ps.103:15)

29.5.07

very...well

είν' ένα βαθύ, άπατο, πυκνά σκοτεινό πηγάδι
βουβό--η φωνή χάνεται πριν καν εκστομιθεί.
άλλοι το λεν' έρωτα πάθος,
άλλοι μοναξιάς τέρμα,
άλλοι άλλο.
τ' όνομα δεν έχει σημασία--το πηγάδι είναι 'κει
και χάσκει πάντα αχόρταγο.


there is a deep, bottomless, thickly dark well
mute--the voice is dispelled before even being uttered.
some call it Eros' pathos,
some, deprivation's end,
some, another name.
the name does not matter--the well is there
always yawning voraciously.

27.5.07

too much Euterpe, too less Melpomene

the nobility of the sentiment gives birth to ethical violence (or violent ethics) and nurses violence in every aspect of human relations.
(in that animal's violence is much less violent than human violence, since animal lacks sentiment.)
the nobility of the sentiment is apparent in that all too much music in our contemporary life; that is that all but scanty thought--now days critique is just a hodgepodge of short melodies, bits of moral eruptions in a misty archipelago of barren islands.


η βασιλεία του συναισθήματος γεννά ηθική βία (ή βίαιη ηθική) και γαλουχεί την βία σε κάθε όψη των ανθρώπινων σχέσεων.
(σ' αυτό η βία του ζώου είναι λιγότερο βίαιη απ' αυτή του ανθρώπου, γιατί το ζώο στερείται συναισθήματος.)
η βασιλεία της βίας είναι φανερή στην κυριαρχία της μουσικής στην σύχρονη ζωή. μ' άλλα λόγια, στην σπάνη της σκέψης--στις μέρες μας η κριτική σκέψη έχει υποκατασταθεί από ένα συνοθύλευμα σύντομων μελωδιών, αποσπασματικές ηθικές εκρήξεις σε ένα θολό αρχιπέλαγος άγονων νησίδων.

23.5.07

ου τοπος

το αμόνι το σιδερένιο, το αδυσώπητο, το άψευστο :
ο χρόνος--
ό,τι κάνει την φύση μου φύση,
σ΄ό,τι υφαίνω το έργο του είναι μου :
ζωή ή θάνατο παντοτινό--
ο τόπος να συναντήσω αυτόν που στέκεται έξω απ' αυτόν τον τόπο
...
του σπάρου η διάρκεια μια φούχτα σπασμοί

19.5.07

masturbation

philosophy, in comparison with dialogue, is like masturbation in comparison with making love--a closure of self's openness and contingency into its own naturalness.
yet, we insist in it, either out of aporia, or out of hope of attracting the other into a dialogue.
philosophy as a masturbation is certainly a "study of death" (Plato).

(...science is the mummification of that death.)

...
μηδεις υμας καταβραβευετω...φυσιουμενος υπο του νοος της σαρκος αυτου (Col 2:18)

17.5.07

ar-landa

Stratography of a fruitless βίος--
Iχνηλασία πόνων και γεύσεων ωδιναίων
Grit of a newly born heart--
Tο κλάμα παιδιού π'ανοίγεται στο φως του λόγου
Unspeakable wonder--
Nα σταθής γυμνός μπροστά στο νόημα
As a sea-beaten lark.

...they say,

"[θυμε] γινωσκε δ'οιος ρυσμος ανθρωπους εχει" (Archilohos)
or
"γελας και συ στα λουλουδα χασμα του βραχου μαυρο" (Solomos)
or rather
"εγω οσους εαν φιλω ελεγχω και παιδευω" (Revelation 3:19)

11.5.07

alogia

whatever it is
--either sun's ruthlessness,
or sea's nymphomania,
or sparrow's drunkenness,
or even tongue's merkabah--
what i can know
is
only
language's muteness

απονον δ' ελαβον χαρμα παυροι τινες
(Pindar, Olympian Ode 10:22)

5.5.07

μνημονεύοντας την Χάννα

ο πολιτισμός σαν κατασκεύασμα-ενδιαίτημα του ανθρώπου,
είναι ό,τι η Γένεση (3:21) λέει δερμάτινους χιτώνες:
το προϊόν της νέκρωσης αυτού που κάποτε είχε ζωή.
το ίδιο κι ο πολιτισμός πού΄ναι φτιαγμένος με πρώτη ύλη την υποταγμένη-νεκρωμένη από την ανθρώπινη βία φύση.
κι ό,τι δίνει στον άνθρωπο αυτήν την δύναμη-βία να γυρνά την φύση σε αδρανές υλικό, είναι η γνώση του θανάτου--αυτό το επίτευγμα της Πτώσης.
κι αυτή η γνώση κάνει αδύνατη την ζωή στην φύση χωρίς δερμάτινους χιτώνες.
...

tribute to Hannah

civilization as man's fabrication-frame of life,
is what in Genesis (3:21) called δερματινοι χιτωνες, skin-made tunics.
as leather is the byproduct of the death of an once alive animal,
so civilization is nature turned into material via man's violence.
and man's violence over nature comes from man's knowledge of death.
(leather tunics were also the aftermath of the Fall into knowledge.)
...
in the realm of language
δερματινοι χιτωνες is logos turned into dead language
(such as ideology or science)
via man's violation of human experience through knowledge.

29.4.07

ξενηλασία

a child was born
πατροστερές

27.4.07

being

whatever i do not love does not exist;
whatever i do love, it is a body for me.

even a blade of grass tries me

23.4.07

revelation

perched in rock's crevice,
around father's petrified love,
his wisdom's curdling,
thickest and finest at once,
heavy light and transparent stone;
a sonic cosmology :
at the centre bramble's sound,
the song of oregano and of pebble;
all around, like a sphere, sea's voice;
everything shrouded in deafening light;
the whole universe a congealed drop
from his love's ocean.

if only i could glorify you
in the manner of shrub's blossom

19.4.07

the sun butchers the wind

one's appearance makes room


i do exist when things gaze upon me
when father's eyes opens out my being
into light's silence


...

θυμε, τινα προς αλλοδαπαν ακραν εμον πλοον παραμειβεαι;
(Pindar, Nemean Ode 3:41)

17.4.07

(taking Fichte as an excuse)

structuralism could be true
on sufferance
in the frame of creation,
since the source of any being is a relation:
God's creative word.
but it can't be,
since that relation is divine-nature's uncreated energy.
so, it could be said that
structuralism is a history of a creation without a creator
- the fall proper.

11.4.07

opening

so, here we are
between aporia and fullness
infancy and termination
wind and salt
now and now

παρ' εαυτοις φρονιμοι
"wise in our own fashion" (Romans 11:25)

stewards of mysteries
which are running through our fingers
like thin water
and we quenched not our thirst

εως αν ελθηι ο Κυριος και φανερωσει τας βουλας των καρδιων
"till the Lord comes and makes known the wills of the hearts" (1 Corinthians 4:5)