τέσσερις φορές εφτά συν μία
γιατί των πουλιών η δόξα
δεν κόβει την θάλασσα σε φέτες νόστιμες
να ταΐση το μωρό που τόσα χρόνια σπαρταρά
στου στήθους μου τη σαρμανίτσα;
μόνο χαϊδεύει το νερό
και το χτίζει γυναίκα
άπιστη
μόνο για λίγο
κι ύστερα πάλι δροσερό
πνεύμα πυκνό, πυκνότατο,
ίσαμε του αχινού το βήμα;