poetics.6.1 (linguistics.0)
καβάλα σ' άλογο τυφλό και φλύαρο
κωφάλαλος αναβάτης ονειροπαρμένος
:::
astride on a blind and garrulous horse
a deaf-and-dumb rider, a daydreamer
καβάλα σ' άλογο τυφλό και φλύαρο
κωφάλαλος αναβάτης ονειροπαρμένος
:::
astride on a blind and garrulous horse
a deaf-and-dumb rider, a daydreamer
>> communion , critique , enunciation